вывинчивать - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

вывинчивать - translation to Αγγλικά


вывинчивать      

см. тж. отвинчивать


Remove (or Unscrew, or Take out) the four screws from the back of the meter and use them to secure the adaptor plate to the meter.

screw out      

общая лексика

вывинчивать

выжимать (о белье)

вымогать (of) (деньги)

unscrew      

[ʌn'skru:]

общая лексика

вывинчивать винт

выворачивать

выкручиваться

отвертывать

отвинчивать

развинчивать

медицина

вывинчивать

глагол

общая лексика

отвинтить

вывинтить (винты)

свинтить (крышку)

отвинчивать(ся)

развинчивать(ся)

Ορισμός

вывинчивать
ВЫВ'ИНЧИВАТЬ, вывинчиваю, вывинчиваешь. ·несовер. к вывинтить
.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για вывинчивать
1. Пришлось саперам изучать дореволюционную матчасть и вывинчивать проржавевшие вековые взрыватели.
2. Зато соседи его поддержали, когда электрики пришли вывинчивать пробки.
3. Когда он отказался, заставили вывинчивать рамы на окне, чтобы в самоволку смогли сходить другие.
Μετάφραση του &#39вывинчивать&#39 σε Αγγλικά